Ανθούλα Σταθοπούλου – Βαφοπούλου: «Άβυσσος χάσκει πίσω σου η ζωή / και λυτρωτής ο θάνατος μπροστά σου»


«…Της ζωής απόκληροι κι’ απελπισμένοι,

με μια αγωνία προσμένουν θλιβερή

το θάνατο, στον πόνο τους δοσμένοι.

Το βλέμμα τους νοσταλγικό ιστορεί

πως κάποτες υπήρξανε καιροί

που γι’ αυτούς η χαρά δεν ήταν ξένη.

Όμως μια μοίρα πρόσταξε σκληρή

στους ζωντανούς να ζούνε πεθαμένοι…»

            – Η μπαλάντα των φθισικών (που ζούνε στα Σανατόρια) –        


Η ποιήτρια Ανθούλα Σταθοπούλου – Βαφοπούλου, μιλούσε γράφοντας για τον έρωτα και τον θάνατο, όχι με τρόπο φιλοσοφικό ή φιλοσοφημένο, μα με μία ωμή ρομαντικότητα σαν να συνομιλεί με έναν μοιραίο εραστή, που όσο κι αν του αντισταθεί, όσο κι αν τον πολεμήσει, στο τέλος θα ενδώσει στην κατασπάραξή της από εκείνον. Μόλις στα 27 της χρόνια, το 1935, πέθανε από φθίση (φυματίωση). Διαβάζοντάς την, απορροφήθηκα απ’ την σκοτεινή μελαγχολία και την βαθύτερη θλίψη σε πολλά από τα  γραπτά της, τα οποία και γράφτηκαν με την σκιά του επικείμενου τέλους να την τυλίγει. Πρόλαβε να κυκλοφορήσει το 1932 την πρώτη και τελευταία ποιητική της συλλογή, «Νύχτες αγρύπνιας». Ποιήματά της δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής. Επίσης το 1934 έγραψε και δύο θεατρικά έργα: «Ντίνα Νέλλη» και «Την τελευταίαν στιγμήν». Το σύνολο του έργου της συγκεντρώθηκε σε έναν τόμο με τον τίτλο «Έργα» από τον σύζυγό της Γ.Θ. Βαφόπουλο. Τον τόμο προλογίζει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος.


«…Πέτα λοιπόν τα σάρκινα δεσμά,

ψυχή, της χωματένιας ομορφιάς σου.

Άβυσσος χάσκει πίσω σου η ζωή

και λυτρωτής ο θάνατος μπροστά σου…»

– Απολύτρωση –


Πιθανότατα ελάχιστοι την γνωρίζουν στις μέρες μιας και πέραν του πρώιμου θανάτου της. Την Ανθούλα όπως και άλλους ποιητές της εποχής, την επισκίασε η ποίηση του Καρυωτάκη. Το παράδοξο όμως είναι πως όλοι έχουμε τραγουδήσει λόγια της. Ο Βασίλης Τσιτσάνης, γυρεύοντας ποιοτικό στίχο για τα τραγούδια του, κάπου συνάντησε τους στίχους της ποιήτριας: «Μπορεί να με πλανέψουν κι άλλες / ακρογιαλιές και δειλινά, / κι αγάπες, ναύρω πιο μεγάλες, / σκλάβα σ’ αυτές παντοτεινά». Για να τους μετατρέψει ο χαρισματικός Τσιτσάνης στο πασίγνωστο ρεφραίν: «Μπορεί να τόχουν πλανέψει ακρογιαλιές δειλινά / και σκλαβωμένη κρατάνε για πάντα τη δόλια καρδιά». Το τραγούδι κυκλοφόρησε το 1948, με την φωνή της Στέλλας Χασκίλ, δεκατρία χρόνια μετά τον θάνατο της Σταθοπούλου – Βαφοπούλου.


«…Α! τέτοια νύχτα πώς ποθώ

σαν τη δροσιά ν’ αναλυθώ

μες στη χαρά του απείρου,

κάτω απ’ τον έναστρο ουρανό

σοφό ένα μόριο να γυρνώ,

χωρίς φτερά του ονείρου…»


– Κάτω απ’ τον έναστρο ουρανό –


Γεννήθηκε το 1908 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο και την Γαλλική Σχολή Καλογραιών. Εργάστηκε στη Δημαρχία Θεσσαλονίκης και αργότερα στράφηκε στο θέατρο, φοιτώντας στη Δραματική Σχολή του Ωδείου της πόλης. Ο παθιασμένος της έρωτας για τον ποιητή Γιώργο Βαφόπουλο, αποτυπώνεται στα ερωτικά ποιήματα που περιλαμβάνονται στη συλλογή «Νύχτες αγρύπνιας» (1932). Η σχέση και εν συνεχεία ο γάμος των δύο ποιητών υπήρξε θυελλώδης και αποτέλεσε αντικείμενο σχολίων στις εφημερίδες και την τοπική κοινωνία. Αναφορές στην Ανθούλα Σταθοπούλου – Βαφοπούλου, θα βρείτε στην «Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 3» Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. σε φιλολογική επιμέλεια του Κώστα Στεργιόπουλου. «Η ελληνική ποίηση· Ανθολογία – Γραμματολογία», σ.607, «Ανθούλα Σταθοπούλου – Βαφοπούλου», Σοκόλης, Αθήνα 1980.


«…Μες στην ολέθρια κάμαρη κλεισμένοι

με τα νεύρα μας άρρωστα πολύ,

δινόμαστε στα χάδια μας τρελοί

από το έκνομο πάθος νικημένοι.


Τραγικών εραστών την ιστορία

οι τέσσαροί της τοίχοι μέσα κλείνουν.

Και ξέρουμε ποια θα ’ναι η τιμωρία

για όσους από τη φύση παρεκκλίνουν…»


– Έκνομη ηδονή –


Αν και στην ποίησή της υπάρχει κι η πλευρά της εύθυμης και αυθόρμητης φύσης της με στιχάκια απλά, εφηβικά θα έλεγε κανείς – πράγμα λογικό μιας και ένα νέο κορίτσι ήταν όταν τα έγραψε – επέλεξα να αναδείξω κάποια από τα πολλά γραπτά της, που θεωρώ πως δίνουν το στίγμα της Ανθούλας και της ποιητικής προσωπικότητας στην οποία θα εξελισσόταν μέσα από την ωριμότητα, αν τόσο νέα δεν έφευγε από την ζωή. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένας εν δυνάμει θηλυκός Καρυωτάκης, με την διαφορά πως ο μεγάλος ποιητής έγραφε φλερτάροντας και επιθυμώντας τον θάνατο, ενώ η Σταθοπούλου – Βαφοπούλου αποτύπωνε τα πικραμένα της συναισθήματα με το αναπόφευκτο του θανάτου να την κυνηγά, παρά την θέληση της. Μια εικόνα που γεννήθηκε εντός μου μέσα από την ανάγνωση των γραπτών της, είναι εκείνη ενός δρόμου πνιγμένου σε μία διαυγή ομίχλη. Μια γυναίκα ως την μέση του βυθισμένη, να μην ζητά βοήθεια καθώς μέσα βουλιάζει, μόνο να χαμογελά γλυκόπικρα και να απαγγέλει.


«…Στο τέρμα της ζωής μου έχω φτάσει,

κατάκοπη απ’ την πορεία τη δεινή.

Μια νύχτα με κυκλώνει σκοτεινή,

που το φτωχό κορμί θα ξαποστάσει…»


– Στο τέρμα –


Πηγές:

«Μια σύμπτωση, Ανθούλα Σταθοπούλου – Βαφοπούλου – Βασίλης Τσιτσάνης», 11/11/2004. Μάρκος Μέσκος – Εφημερίδα «ΑΥΓΗ»

translatum.gr

__________________
Πηγή: ologramma.art, αφιέρωμα
του Κωνσταντίνου Σύρμου
Νοέμβριος 16.2018

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κύκνειο άσμα...

- Έκθεση -

- Αμαρτωλάγιες σκέψεις -

- Τιποτένιο ποίημα -

Η σιωπηλή μάχη: Ψυχολογικές επιπτώσεις του πολέμου στην εποχή των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης