Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2017

- Σπαθί -

Στο απρόσιτο δίπλα Παρ’ ολίγον διαμάντι χάδι από άδειο γάντι Να 'ναι η αγάπη αλήθεια; Ψάχνω ικανοποίηση αυτής της βουλιμίας κόλαση της επιθυμίας είν' η πραγματοποίηση Η γλώσσα, απόκρημνη άκρη απελπισμένες οι λέξεις γκρεμίζονται και μέσα μου γλυκά νανουρίζονται τα πόδια μου πάνω στην νάρκη Ένας άντρας με σπαθί και περίτεχνες κινήσεις την ψυχή κόβει σαν φέτες ψωμί με ρωτά, πάνω τι θα αλείψεις; μια μερίδα από τύψεις, ή μια άνοστη ζωή;

- Τυπάκος -

Τι κάνει εκεί αυτός ο τυπάκος; φόβο κανέναν λέει δεν έχει την ζωή φωνάζει πως ζούμε λάθος δούλοι εμείς σε Θεό και κράτος κοπάδι που όπου του πούνε τρέχει Τι κάνει εκεί αυτός ο τυπάκος; με ιερά και όσια τα βάζει επιφάνεια είπε έγινε ο πάτος της κοινωνίας ο αόρατος δράκος όποιον διαφέρει τον κατασπαράζει Τι κάνει εκεί αυτός ο τυπάκος; να αγκαλιάσω ζητά έναν ξένο δεν είμαι ρατσιστής δηλώνω με πάθος μ' αρέσει κι ο αθλητής ο αραπάκος μα αγκαλιά μου δεν τον παίρνω Τι κάνει εκεί αυτός ο τυπάκος; μιλά για την ελευθερία λόγου για τα δικαιώματα του κάθε ατόμου μάλλον βαθύς τον περιμένει λάκκος Εμείς οι κρίνοι κι αυτός ο κάκτος

- Τρελό Πάρτι

Μέσα σε κλουβί την θάλασσα κλείνω κι εκείνη φεύγει από τα διαστήματα απ' την καταστροφή μας καταγόμαστε πώς θες να νιώσω ωραία συναισθήματα Τελευταίος δρομέας η σκέψη μου που λίγο - λίγο τους υπόλοιπους φτάνει και είναι τότε που πανικοβάλλεται σκοντάφτει και τον δρόμο της χάνει Σαν το παιδί που το σκεπάζει η μητέρα και το πρώί βρίσκει κάτω την κουβέρτα όσο καλά και αν φορέσεις την μάσκα σου ο ίδιος ασυναίσθητα θα την κάνεις πέρα Είναι ο νους μου οικόπεδο ασύνορο κι αντί ένα πάρτι τρελό να κάνουν μέσα όσοι μπαίνουν του βάζουν συρματόπλεγμα κι εγώ τις νύχτες το ξηλώνω με την πένσα Άοσμος σκουπιδότοπος γίναν τα μάτια μου δεν σ' αντικρίζω για να μην σε λερώσω κι αν χρειαστεί κάποτε να σε κοιτάξω μες τα απορρίμματα που να σε ψάξω

- Διαφυγή -

Κάτι ξεχνάς όταν κάτι θυμάσαι για κάπου ξεκινάς με το που μένεις ακίνητος Κάτι ξυπνάει όσο κοιμάσαι ανομολόγητα πονάς όσο κάθεσαι ήσυχος Από επιλογή αυτιστικοί κι από αγάπη νηστικοί απ' της πραγματικότητας την έξοδο την μυστική σαν κλεφτρόνια το σκάμε μα δεν υπάρχει διαφυγή κι όλο πίσω γυρνάμε Κάτι σκορπάς όταν κάτι μαζεύεις σε κάποιον μιλάς όποτε μένεις σιωπηλός Πάντοτε πεινάς όσο χορταίνεις πόσο λαμποκοπάς παραμένοντας σκοτεινός

- Ανακατάταξη -

Η ανάσα στο βλέμμα αν δεν κοιτάς να πεθαίνεις η καρδιά στο πέλμα αν δεν προχωράς να μην χτυπά Η αφή στο στόμα να αγγίζεις όποτε μιλάς το αίμα στις σκέψεις αν παύουν να παθαίνεις θρομβώσεις Η αγάπη στους ώμους όση μπορείς να κουβαλάς Η αλήθειά σου στο μέτωπο για να την βλέπουν όλοι Τα πιστεύω σου στα γόνατα όταν σκύβεις να σε σηκώνουν τα αισθήματα στα κόκκαλα όποτε σπάνε να δένουν ούτε η φύση να χαθούν επιτρέπει Ας μπούνε όλα εκεί που πρέπει

- Φωτοτυπία -

Αν του εαυτού μου είμαι μια φωτοτυπία και τα χρώματα η αιμορραγία του μαύρου Αν του θανάτου είναι η ζωή παρατυπία κι η ανάσα μου, πνοή ενός ληθάργου Αν των πόθων μου είσαι κύκνειο άσμα και η νηφαλιότητα μυαλού υστερικού Αν της φαντασίας μου ήσουνα πλάσμα στην χώρα του όμορφου, του υπερβολικού Αν με καλύπτω όσο με ανακαλύπτω ή είναι διάφανη η πόρτα που κλειδώνω και ψάχνω μανιακά ό,τι δεν βρίσκω γιατί όλα θέλουν χρόνο, θέλουν χρόνο Αν ψυχοστρόβιλος ταράζει την ψυχή και αργά, πολύ αργά το καταλάβω κάτω από το κρεβάτι αν έχει κρυφτεί σαν τέρας, όσα να ζήσω δεν προλάβω

- Ξεκίνησε -

Ώρα πολλή περίμενα να φύγει το τρένο, με κοίταζα. Φαινόταν ο ώμος και το κεφάλι μου, δεν με αποχαιρετούσε κανείς και έμοιαζα αφηρημένος Το τρένο ξεκίνησε κι εγώ με είδα να φεύγω. Ώρα πολλή πίσω από το τζάμι, καθισμένος. Mε παρατηρούσα απέναντι μου στο παγκάκι του σταθμού να μην παίρνω απόφαση να επιβιβαστώ Το τρένο ξεκίνησε κι εγώ με είδα να μην ταξιδεύω Ποιο άραγε να ήταν το όνειρο, ποια η αλήθεια;

- Υπάρχουνε -

Υπάρχουνε οι άνθρωποι μπαλόνια οι καρφιά οι ρολόγια οι κοιταχτές τους Το ξεχαρβάλωμα των λέξεων των γραμματικών οδηγιών με κάνει δικό μου έτσι μου ανήκω Υπάρχουνε οι άνθρωποι πηλός οι πλάστες οι γεφύρια οι βηματιστές τους Τα δαγκώματα των ματιών η απαξίωση σου σε κάνει δική μου δεν με ξεχνάς

- Β. 11 -

Εικόνα
Πτέρυγα Βήτα, δωμάτιο έντεκα από μικρή πάντοτε έμπλεκα Ίδιο είχα πατέρα και γκόμενο με ξύλο κάλυπτε κάθε ενδεχόμενο Πτέρυγα Βήτα, δωμάτιο έντεκα από τα δεκαέξι μου παντρεύτηκα Ίδιο σύζυγο σαν τον πατέρα κι εκεί αντέγραψα τη μητέρα Πτέρυγα Βήτα, δωμάτιο έντεκα λιπόθυμη από χάπια βρέθηκα με μελανιές, γδαρσίματα μεγάλα όπως πάντα "γλίστρησα απ' τη σκάλα" Πτέρυγα Βήτα, δωμάτιο έντεκα μου σάλεψε τη νύχτα που το σκέφτηκα Πως η μοίρα θα ήταν του παιδιού μας ζωή από βιασμούς κι εκβιασμούς μας Πτέρυγα Βήτα, δωμάτιο έντεκα τα χέρια μου γεμίσανε αίματα το ροχαλητό του πια δεν ακουγόταν του έκοψα τον λαιμό όταν κοιμόταν Πτέρυγα Βήτα, δωμάτιο έντεκα με ένα άσπρο ύφασμα δέθηκα επισκέπτες δεν ήρθαν ούτε δέχθηκα Στην πτέρυγα Βήτα, στο δωμάτιο Έντεκα.