Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2015

Σκυλί Πιστό

Σαν σκυλί πιστό, σου γλείφω τις πληγές τον πόνο παίρνω, γίνομαι εγώ ο λυγισμένος στέρεψα για 'σένα του κόσμου μου τις πηγές κι άνυδρος τριγυρνώ, σαθρός και διψασμένος Όταν χορτάσεις, όταν κρυφτώ Όταν συρθώ, όταν με πιάσεις Όταν με δεις, όταν πετάξεις Σε άλλη από την δική μου γη Τότε που δεν θα με 'χεις ανάγκη Ένα σκοτεινό κι αδιέξοδο φαράγγι Όλος μου ο θάνατος, κι όλη η ζωή Σαν σκυλί πιστό, σου γλείφω τις πληγές απ' την αρρώστια γίνομαι εγώ ο λυσσασμένος ξoδεύτηκα να βρω σκοπό στις δικές σου φυγές κι άσκοπος περπατώ, φαιδρός κι αποσταγμένος Όταν ξεγράψεις, όταν θυμηθώ Όταν χαθώ, όταν δεν ψάξεις Όταν θα βρεις, όταν φτάσεις Σε άλλη από την δική μου γη Τότε που δεν θα με 'χεις ανάγκη Ένα σκοτεινό κι αδιέξοδο φαράγγι Όλος μου ο θάνατος, κι όλη η ζωή

Πόκερ

Εικόνα
Εγώ είμαι ο άνθρωπος που πρέπει τον άνθρωπο από μέσα μου να διώξω Αυτός που συνεχώς θα με αποτρέπει να νιώθω, να αφεθώ, και να βιώσω Εγώ ο ίδιος να είμαι ο φταίχτης το λιοντάρι και ο δαμαστής του άλλος ένας ακόμη χαμένος παίχτης που μπλόφαρε στο πόκερ της ζωής του Εγώ του εαυτού μου το περιβόλι στάχτες να κάνω με πύρινες αλήθειες άγγελοι που καταλήγουνε διαβόλοι φυτρώνουν μέσα μου σαν όνειρα τις νύχτες Εγώ είμαι ο άνθρωπος που πρέπει ότι έχω αθώο να το ξεριζώσω μια αμφίεση όποιος με κοιτά να βλέπει ο μόνος τρόπος για να επιβιώσω

Άφωνη Φωνή

Εικόνα
Άκαρδη μέσα μου χτυπά καρδιά Σε σώμα λεπτό με ρούχα φαρδιά Δεν είναι δικά μου τα υπάρχοντά μου Δεν είναι δική μου αυτή η ζωή μου Δεν ονειρεύτηκα τούτα 'δώ τα όνειρα Κάποιος τρύπωσε ύπουλα, παμπόνηρα στην ύπαρξή μου, μες την πνοή μου με λεηλάτησε, την μοίρα μου άρπαξε κι ο δρόμος μου άλλαξε κι ο δρόμος μου άλλαξε Άφθονη η πίκρα μου, πολλά φθονεί Άφωνη μέσα μου, μιλάει φωνή Για τις αγάπες μου που γίναν στάχτες μου Για την γωνιά μου, την λησμονιά μου Μόνος ταξίδεψα ανάμεσα στους μόνους Κάποιος μ' εξόρισε σε άδειους κόσμους μες την απάθεια να βρω μια Αμάλθεια πορεία μάταιη στον χάρτη μου χάραξε κι ο δρόμος μου άλλαξε κι ο δρόμος μου άλλαξε

Σιωπώ

Εικόνα
Τι όμορφη φωλιά που είναι η σιωπή σαν σε ρωτούν, σαν σου ζητούν τα λόγια σου δεν αντηχούν δεν τους πληγώνεις αν δε σ' ακούν Τι ασφαλής φωλιά που είναι η σιωπή διαλέγεις να μην φανερωθείς δρόμος άδειος και ευθύς γι' άλλους δειλός για άλλους ευτυχής Τι ζεστή φωλιά που είναι η σιωπή σαν ομιλητής αγαλματένιος σε βλέμματα εκτεθειμένος μα εντός σου, ο εαυτός σου κρυμμένος Σαν να μην έχω τι να πω Σαν να μην βρίσκω λόγο και σκοπό όταν ρωτάς λοιπόν αν σ' αγαπώ σιωπώ, σιωπώ, σιωπώ, σιωπώ

Γίνε

Όταν τρέχω να ξεφύγω την θηλειά κι άλλο σφίγγω θεριεύω την ασφυξία υποταγμένος καταλήγω τι δελεαστική η απραξία Όταν να σκεφτώ αρχίζω την πόρτα της εξόδου τρίζω και ξυπνώ την φοβία σκυθρωπός ψιθυρίζω τι άλλο ζητώ, τι απληστία Γίνε η τόλμη, Γίνε το όνειρο Γίνε το ξέσπασμά μου Γίνε η φωνή, Γίνε το αίνιγμα Γίνε το πέταγμά μου Γίνε η πνοή, Γίνε το άγγιγμα Γίνε το βάδισμά μου Γίνε οι δρόμοι, Γίνε το αληθινό Γίνε, γίνε δικιά μου Όταν σ' όνειρα πιστεύω τον εαυτό μου κοροιδεύω με πίστη μεθώ μετανιώνω κι ικετεύω ξανά όπως πριν να αλυσοδεθώ

- Αγάπες Συμβολικές -

Δεν χωρώ σε τούτο τον πλανήτη το σώμα στραβό, να ισιώσει το τραβώ με τα άλλα να μοιάζουμε ίσοι Πόση ψυχή να μου κοστίσει Δεν χωρώ σε τούτο το καλούπι το ταξίδι πληκτικό, το μυαλό κυνικό με τις σκέψεις γεμάτες μπαρούτι κλεισμένες σε κονσερβοκούτι Σε κοινό ανθρώπων λακωνικών με βλέμματα νηστικών λαγωνικών πριν ξεσκίσουν όσα ονειρεύομαι Τα μυστικά μου εκμυστηρεύομαι Πως ζω αγάπες Συμβολικές μισές ή Συνολικές όλα ίδια, όλα φίδια αγάπες Βολικές δεινές και Καθολικές της ζωής μου άσκοπα ταξίδια

Άνοιξη του Φθινοπώρου

Τα βήματά σου τα μετρώ, ένα, κι άλλο ένα στην μοναξιά τι αναζhτώ, εσένα, πάλι εσένα κι αφήνομαι στα νύχια της σαν να 'ναι σαρκοβόρου θλιμμένος στην αλήθεια της στην Άνοιξη του Φθινοπώρου Τα δάκρυα δεν τα κρατώ, μα δεν στάζουν, δεν στάζουν τι από 'σενα αναπολώ, φωνάζουν οι σιωπές, φωνάζουν κι αφήνομαι στο κάποτε σαν να 'τανε το τώρα και σε φιλώ σαν άλλοτε ξεσπάει η καρδιά σαν μπόρα Τον έρωτά σου δεν ζητώ, πονά, μόνο πονά τι έμεινε να επιθυμώ, όχι πολλά, όχι πολλά κι αφήνομαι να περπατώ απλός διαβάτης της λεωφόρου δίχως μέλλον και παλτό στην Άνοιξη του Φθινοπώρου

Αλύπητος Θεός

Κλειστός, μέσα σου μείνε κλειστός ένας γίγαντας ο φόβος δυνατός σκίζει σώματα, σκίζει ψυχές και των παιδιών τις ζωγραφιές άδεια ποτήρια στις γιορτές χειμώνας όλες οι εποχές στον φόβο αυτόν μείνε πιστός Τυφλός, κοιτάζεις μα μένεις τυφλός σκοτάδι φέγγει από το φως στα πρόσωπα σκυμμένα από ενοχές οι χαμένοι μα και οι νικητές ριγμένοι σαν ξύλα στις φωτιές ζουν μοναχές τους οι σκιές στο κλάμα τους εσύ ψυχρός Κρυφός, υπάρχεις μα μένεις κρυφός είναι ο ουρανός τόσο ρηχός δεν χωρά τα όνειρα και τις ευχές τα σύννεφα μοιάζουν με οχιές δηλητήριο στάζουν οι βροχές στις μάταιές σου προσευχές ο Θεός αλύπητος, κουφός

Ένα Παιδί Αγναντεέι

Έχω μες την καρδιά έναν κλόουν που κλαίει την ημέρα φοράει φτερά και την νύχτα τα καίει Βλέμματα ρίχνει φλογερά σαν κοιτώ τον καθρέφτη με κοιτάει παγερά λες και βλέπει έναν κλέφτη Έχω μες την καρδιά ένα γελαστό σκιάχτρο για μάτια έχει καρφιά και για στόμα ένα άστρο Δεν διώχνει τα πουλιά κι ας το θωρούν τρομαγμένα τα παίρνει αυτό αγκαλιά στα χέρια τα αχυρένια Έχω μες την καρδιά ένα παιδί που αγναντεύει που φοβάται να αγαπά κι όλο αγάπη γυρεύει Ποτέ του δεν χαμογελά με παιχνίδια δεν παίζει κλόουν, σκιάχτρα και παιδιά χαράζει με τα νύχια στο τραπέζι (για τον Κ. που έφυγε νωρίς)

Γκρι

Μου είπες το ταξίδι θα 'ναι μακρύ θα βρέχει και δυνατά θα φυσά θα κουραστώ πριν του δρόμου τα μισά κι αν με απόγνωση κοιτάξω ψηλά τα σύννεφα όλα θα είναι γκρι Γεύση στα χείλη μου θα έχω πικρή θα διψώ και αφόρητα θα πεινώ με την σκέψη μου, όλο πίσω θα γυρνώ κι αν γυρέψω τον Θεό να βρω τα σύννεφα όλα θα είναι γκρι Το σώμα σιδερένιο θα γίνει, βαρύ θα κλαίω και φρικτά θα πονώ θoλή θα γίνει η μνήμη, ένα κενό κι όταν το όρνιο δω στον ουρανό τα σύννεφα όλα θα είναι γκρι Μου είπες το ταξίδι θα 'ναι μακρύ κι εγώ ποτέ δεν το ξεκίνησα τώρα συλλογίζομαι μπροστά σε ένα κερί με μνήμη κενή, κουρασμένος, δίχως Θεό και πεινασμένος, με το σώμα μου σαν σίδερο βαρύ κοιτάζω θολός τον ουρανό κι όλα τα σύννεφα είναι γκρι

Βυθός

Σε φοβάμαι αγάπη ψάχνω μια κρυψώνα οι φωτιές είναι χιόνια Μισώ τους κανόνες Γλυτώνω παρατρίχα ξημερώνει η νύχτα Σε αγγίζω σκοτάδι νιώθω τον τυφώνα οι ανθρώποι είναι πιόνια Σε πονάω πληγή χάνομαι σε οράματα χαϊδεύω τα τραύματα Σε χρειάζομαι, φύγε, ποτίζω την λήθη, το ψέμα που πείθει Σε αυτό θα κρυφτώ πριν κοιμηθώ πριν αφεθώ σε ονείρου βυθό

Καράβια Χάρτινα

Ακούνητα τα βήματά μου στεγνές οι ακτές των κυμάτων μου ουσιαστικά, τα ρήματά μου 'μείναν λέξεις απλές, των ποιημάτων μου Αθόρυβα τα βογγητά σου σβηστά τα χνάρια των διαδρομών σου πουθενά μα κι ολόγυρά σου οι βαθιές οι λίμνες των λυγμών σου Τόσο χωριστά και τόσο αχώριστοι Τόσο όμοιοι και τόσο αγνώριστοι Πώς αλλάξαν τόσο τα κορμιά Πώς έγιναν κρύα, μαρμάρινα, ανέφλεκτα και υγρά κεριά στην θύελλα καράβια χάρτινα Επίπονες οι ανάσες μου άυπνες οι νύχτες των ονείρων μου ανέκφραστες οι εντάσεις μου αόρατος στα βλέμματα των φίλων μου Ανέτοιμος ο έρωτάς σου τα όρια που θα έσπαγες άφθαρτα, η όαση της ερημιάς σου μια μέδουσα που κοιτάς κατάματα

Όλα τα Πρόσωπά μου

Γυρεύω στο μαύρο φως του σκοταδιού Στην νύχτα μέσα ετούτη την χλωμή την ξέχειλη χαρά εκείνου του παιδιού που σκότωσα πριν χρόνια ένα πρωί Παλεύω με τη ψυχή μου πεινασμένη ξελιγωμένος για στιγμές χαμένες κι η πόρτα της καρδιάς μου η χαλασμένη ν' ανοιγοκλείνει για άγνωστες, για ξένες Μαζεύω όλα τα πρόσωπά μου ψάχνω να βρω ποιο μου ταιριάζει κάνενα σε μένανε δεν μοιάζει δεν δείχνουν πια, να 'ναι δικά μου Μαζεύω όλα τα πρόσωπά μου ψάχνω για το αληθινό μου το όμορφο, αθώο, παιδικό μου δεν θέλω τα άλλα πια να 'ναι δικά μου