Η πόρτα

Πηγή: entropiaradio
του Κωνσταντίνου Σύρμου
Ιανουαρίου 16.2018


Δεν ήθελε να βλέπει πια κανέναν, τους σιχάθηκε όλους, τις επισκέψεις τους, το ενδιαφέρον τους, την υποχρέωση να τους υποδέχεται σε ένα συμμαζεμένο σπίτι, να είναι ευγενικός, απέναντι στις ανούσιες κουβέντες που του ρουφούσαν το αίμα, στις κλισέ προγραμματισμένες φράσεις και τις ανακριτικές τους ερωτήσεις, ακολουθούμενες από σαδιστικά χαμόγελά, βγαλμένα από την σιγουριά πως, σαν το γουδί η κάθε τους λέξη σε πολτοποιεί.

Η σιχασιά που ένιωθε πλέον γι’ αυτούς γινόταν ένα δηλητήριό, κατέτρωγε την εγκεφαλική του σάρκα. Το συνειδητοποιούσε, μπορεί να ξεκινούσε από μία εντελώς διαφορετική αφετηρία μα, έφτανε αργά και σταθερά στον ίδιο με εκείνους τερματισμό, τους έμοιαζε. Το πρωί, κάθε που ξυριζόταν το έβλεπε κι ας μην ήταν εμφανής τα σημάδια. Η μοχθηρία τους, είχε πλάσει ένα ακριβές αντίγραφο του προσώπου του πάνω από το δικό του.

Η σιχασιά δεν έχει γεύση, όμως αυτός αισθανόταν την πικρή της υπόσταση να σαλεύει στην γλώσσα του σαν γλώσσα στο φιλί μιας ξεπερασμένης ερωμένης. Έβλεπε στο μούτρο του κάθε πρωί που ξυριζόταν, κάποιον που ποτέ δεν θα ήθελε να γνωρίσει.

Ώσπου, ένα από αυτά τα πρωινά, κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει, ποια ήταν η μοναδική λύση. Έφυγε βιαστικά από το σπίτι για να προλάβει τον μάστορα κι ως το απόγευμα, την εξωτερική πλευρά της πόρτας του σπιτιού του κάλυπτε σε όλη της την επιφάνεια, ένας επιβλητικός καθρέφτης.

Από εκείνη την ημέρα και μετά, κανένας δεν ξαναχτύπησε την πόρτα του.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κύκνειο άσμα...

- Έκθεση -

- Αμαρτωλάγιες σκέψεις -

- Τιποτένιο ποίημα -

Εμφάνεια - Ποιητική Συλλογή (ανθολογήσεις, κριτικές)