Mineral Fog: «Η διαδικασία της ηχογράφησης σκοτώνει τον πηγαίο ενθουσιασμό της σύλληψης»


Οι Mineral Fog, συνθέτοντας με το προσωπικό τους ύφος progressive και hard rock στοιχεία, πλάθουν ένα ξεχωριστό ηχητικό στίγμα. Δημιουργήθηκαν το 2015 και έχουν ήδη ένα μουσικό album στο ενεργητικό τους με τίτλο «Dead Idol» (2017). Οι Mineral Fog, αποτελούν άλλη μία άκρως ενδιαφέρουσα προσθήκη στην άνθιση των ελληνικών αγγλόφωνων συγκροτημάτων. Η συνέντευξη αυτή είναι η πρώτη τους σε διαδικτυακό μέσο, και με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός πως μέσα από το κείμενο που ακολουθεί, διαφαίνεται, όχι μόνο η μουσική τους δυναμική, αλλά και το κατασταλαγμένο σκεπτικό των μελών του συγκροτήματος. Τα μέλη των Mineral Fog, είναι οι: Σταμάτης Λέσσης (κιθάρα), Μιχάλης Τσίχλης (πλήκτρα), Γιάννης Διακορώνας (τύμπανα), Γιώργος Κριθάρης (μπάσο), Γιώργος Χρυσανθίδης (φωνητικά) και Ελευθερία Λιθαδιώτη (στίχους).

Ποια είναι τα ακούσματα και οι επηρεασμοί που γέννησαν εν μέρει το ηχόχρωμα της μουσικής σας;


Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του ήχου μας, έπαιξε η ποικιλομορφία ερεθισμάτων και προσωπικοτήτων. Έχοντας ως κοινή βάση τις απαρχές του hard και heavy ήχου των 70’s και 80’s, οδηγηθήκαμε δια μέσου πειραματισμών με progressive και alternative στοιχεία, στο ηχόχρωμα που αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μας.


Που πιστεύετε πως οφείλεται η άνθηση και η δυναμική του αγγλόφωνου στίχου στην ελληνική σκηνή;

Σίγουρα τα αγγλικά ως παγκόσμια γλώσσα δίνουν τη δυνατότητα στον στιχουργό να ακουστεί η φωνή του στο ευρύ κοινό, με ό,τι και αν αυτό συνεπάγεται. Παρ’ όλα αυτά, στην ελληνική πραγματικότητα το πρόσφορο έδαφος δημιουργήθηκε εξίσου και από την προκατάληψη- στερεότυπο, πως σε κάποια συγκεκριμένα είδη μουσικής τα ελληνικά δεν είναι εύηχα.

Πως γεννήθηκαν οι Mineral Fog, και πως φτάσατε στην κυκλοφορία του πρώτου σας album με τίτλο «Dead Idol»;

Οι Mineral Fog γεννήθηκαν στην Αθήνα το Μάιο του 2015, ύστερα από την μουσική συνάντηση του Σταμάτη Λέσση (κιθάρα), με τους Μιχάλη Τσίχλη (πλήκτρα) και Γιάννη Διακορώνα (τύμπανα), για τις ανάγκες ενός επετειακού live των «Νίπτω Τας Χείρας».
Χημεία υπήρξε από την αρχή τόσο μουσικά όσο και από άποψη χαρακτήρων. Έπειτα από αρκετές πρόβες και εναλλαγές μελών, τις εναπομείνασες θέσεις κάλυψαν η Ελευθερία Λιθαδιώτη στο κομμάτι των στίχων, ο Στέργιος Ζερκούλης στο μπάσο και ο Γιώργος Χρυσανθίδης στα φωνητικά, δίνοντας σάρκα και οστά στο «Nεκρό Eίδωλο»

(Dead Idol), που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2017 σε ανεξάρτητη παραγωγή του Διονύση Χριστοδουλάτου (CFN Recordings Studio).


Στην παγκόσμια σκηνή της Hard Rock και της Metal μουσικής, υπάρχουν ή μπορούν να υπάρξουν μπάντες σαν τους Deep Purple, Iron Maiden, κλπ. που να εμπνεύσουν τις επόμενες γενιές; Τι λείπει από τις σημερινές μπάντες;

Εν μέσω της επανάστασης του internet και της πληροφορίας, δύσκολα. Η ποιότητα πνίγεται από την ποσότητα και το ξεσκαρτάρισμα εκτός του ότι είναι χρονοβόρο, από ένα σημείο και μετά μετατρέπει τον ακροατή σε παθητικό καταναλωτή ήχων. Αντίστοιχα από την πλευρά των συγκροτημάτων λείπει ο ρομαντισμός στην προσέγγιση της δημιουργίας, και εξαιτίας του κορεσμένου μουσικά τοπίου, η δυνατότητα να πρωτοπορήσουν. Γι’ αυτό άλλωστε πλέον πολλά σχήματα επιδίδονται στο πάντρεμα διαφορετικών ειδών μουσικής.

Τι δυσκολίες συναντάτε ως νέο συγκρότημα στην Ελλάδα του 2019, και πως τις αντιπαρέρχεστε;


Η διαχρονικότερη δυσκολία που συναντάει ένα συγκρότημα στο ξεκίνημά του, είναι η έλλειψη του λεγόμενου brand name, που ξεκλειδώνει τις πόρτες των δύσπιστων μαγαζιών και τον σεβασμό του εκάστοτε μαγαζάτορα. Από πλευράς κοινού δεν υπάρχει τόσο άμεση ανταπόκριση και υποστήριξη των νέων συγκροτημάτων με δικό τους υλικό, γιατί έχουν συνηθίσει στις ρεπλίκες και τους συνειρμούς που επιφέρουν. Αν το αγαπάς, αποδέχεσαι την κατάσταση, προχωράς και ελπίζεις, διαφορετικά δεν μπαίνεις εξ αρχής στη διαδικασία.


«Έφτιαξα ένα μικρό μέρος για να κρύψω τον εαυτό μου» λέτε, σε ελεύθερη μετάφραση, στο τραγούδι «Small Place». Ποιο είναι για εσάς αυτό το μικρό μέρος και γιατί οι άνθρωποι το έχουμε ανάγκη;

Κάθε άνθρωπος ξεχωριστά αποτελεί μια ατομικότητα ιδιαίτερη, που χρειάζεται κάποιες στιγμές να απέχει από το κοινωνικό γίγνεσθαι, δημιουργώντας αυτό το «Small Place», για να μπορεί εκεί να πραγματοποιεί σίγαση πνεύματος, απαλλαγμένος από τα πάθη του και τις εξωγενείς επιρροές. Αυτό το «μικρό μέρος» για να υφίσταται, πρέπει να παραμένει κρυφό, ειδάλλως χάνει την ιδιαιτερότητά του.

Ως προς το «Dead Idol», ποια και γιατί ήταν για εσάς η πιο ξεχωριστή στιγμή; Η μέρα κυκλοφορίας; Η ηχογράφηση; Το πρώτο live που το συστήσατε στο κοινό; Κάποια άλλη;

Μια μεγάλη αλήθεια που αξίζει να αναφερθεί, είναι ότι η διαδικασία της ηχογράφησης σκοτώνει τον πηγαίο ενθουσιασμό της σύλληψης, η οποία αποτελεί την σημαντικότερη στιγμή για τον δημιουργό. Αμέσως μετά λοιπόν για μας, έρχεται η στιγμή που η διαδικασία αυτή φτάνει στο τέλος της, και παραλαμβάνεις το χειροπιαστό πλέον υλικό σου σε μορφή CD.

Τραγούδια του album σας, όπως τα: «Sanctiffied», «All my friends», «Otherside», «Small Place», «Dead Idol», είναι νομίζω τα κομμάτια, που τονίζουν ακόμη πιο πολύ το διαφορετικό ηχητικό και στιχουργικό στίγμα σας. Ποια είναι η άποψη των θαυμαστών σας;


Η κυρίαρχη άποψη που ακούμε, είναι ότι δεν μοιάζουμε με μπάντες του χώρου, κάτι που έχει και θετικό και αρνητικό πρόσημο, καθώς αν συμβαδίζεις με το ρεύμα, ναι μεν αφομοιώνεσαι πιο εύκολα από το κοινό αλλά δεν αφήνεις το ίδιο εύκολα το στίγμα σου. Ενώ αν δεν συμβαδίζεις , το κοινό αργεί να ανταποκριθεί από τη μία αλλά από την άλλη αποκτάς πιο πιστούς υποστηρικτές.


Τι συμβολίζει το όνομα του group και τι σας οδήγησε στην επιλογή του;

Το όνομα του group συμβολίζει την «ορυκτή ιδιότητα της ομίχλης», αφήνοντας να εννοηθεί πως μπορεί κανείς να εξορύσσει από μέσα της το φώς. Θάρρος και δράση χρειάζεται!

Πείτε μου για τις επόμενες προγραμματισμένες εμφανίσεις σας και που/πως, μπορεί κάποιος να προμηθευτεί το «Dead Idol»;

Προς το παρόν η δράση μας περιορίζεται στην Αθήνα, χωρίς να υπάρχει κάποια προγραμματισμένη εμφάνιση αυτή την περίοδο, γιατί έχουμε ξεκινήσει να δουλεύουμε πάνω στο υλικό του δεύτερου δίσκου και εκ των πραγμάτων μονοπωλείται το ενδιαφέρον.
Επίσης τη θέση του Στέργιου στο μπάσο, έχει πάρει ο Γιώργος Κριθάρης. Όσον αναφορά το «Dead Idol», υπάρχουν τρεις τρόποι που μπορεί κάποιος να το προμηθευτεί:

1. Μέσω bandcamp 
2. Χέρι με χέρι στα live μας
3. Μέσω των παρακάτω δισκοπωλείων της Αθήνας:
– Ρυθμός (Ελευθερίου Βενιζέλου 26, Νέα Ιωνία)
– Record House (Ομήρου 46, Νέα Σμύρνη)
– Ζαχαρίας (Ηφαίστου 20, Μοναστηράκι)
– Δισκάδικο (Αγίας Ελεούσης 5, Ψυρρή)
– Syd Records (Πρωτογενούς 13, Ψυρρή)
– Imantas (Σαρρή 46, Ψυρρή)
– Sound Effect Records (Σπύρου Τρικούπη 50 και Καλλιδρομίου, Εξάρχεια)
– Le Disque Noir (Θεμιστοκλέους 29, Αθήνα)


*Η φωτογραφία τραβήχτηκε στο  Underground Music Studios, στο Περιστέρι, απ’ τον Michael Kontraskin

__________________
Πηγή: iART, συνέντευξη
Συνέντευξη: Κωνσταντίνος Σύρμος
14/06/2019

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κύκνειο άσμα...

- Αμαρτωλάγιες σκέψεις -

- Έκθεση -

Εμφάνεια - Ποιητική Συλλογή (ανθολογήσεις, κριτικές)

- Τιποτένιο ποίημα -